- Βρετανικό Μουσείο
- (British Museum). Μουσείο του Λονδίνου, στην Αγγλία. Είναι ένα από τα περιφημότερα και μεγαλοπρεπέστερα μουσειακά συγκροτήματα του κόσμου, όχι μόνο για την ποικιλία των συλλογών του αλλά και για την έκταση και την αξία τους. Ιδρύθηκε με απόφαση του βρετανικού κοινοβουλίου το 1753, όταν ο γιατρός της βασιλικής αυλής Χανς Σλόουν παραχώρησε στο κράτος τις συλλογές του, ενώ άνοιξε τις πόρτες του για το κοινό το 1759 στο παλιό μέγαρο Μόνταγκιου, του Λονδίνου. Επειδή όμως οι χώροι του μεγάρου δεν επαρκούσαν για τη στέγαση των εκθεμάτων, χτίστηκε νέο μέγαρο σε νεοκλασικό ρυθμό και σχέδια των Ρόμπερτ και Σίδνεϊ Σμερκ μεταξύ 1823 και 1852. Εξαιρετικής αξίας είναι το τμήμα ασσυροβαβυλωνιακών, αιγυπτιακών και ελληνορωμαϊκών αρχαιοτήτων. Οι τελευταίες μάλιστα είναι εκείνες που δίνουν ιδιαίτερη φήμη στο μουσείο, όπως τα γλυπτά του Παρθενώνα (που τα μετέφερε στην Αγγλία κατά τα έτη 1801-3 ο λόρδος Έλγιν) και του μαυσωλείου της Αλικαρνασσού. Σπουδαιότατες είναι οι εθνολογικές συλλογές που περιλαμβάνουν δείγματα προερχόμενα από τους λαούς του Ειρηνικού (ανάμεσα στα οποία και πολυνησιακά είδωλα) και της Αμερικής, όπως τα γλυπτά των Αζτέκων και της Νήσου του Πάσχα, καθώς και αντικείμενα των προκολομβιανών πολιτισμών. Και ο αφρικανικός όμως πολιτισμός αντιπροσωπεύεται αξιόλογα. Μερικές εγχάρακτες σε βράχους παραστάσεις της ανώτερης παλαιολιθικής εποχής προέρχονται από τη Δορδόνη. Στο τμήμα ανατολικής τέχνης υπάρχουν πολύτιμα δείγματα της ελληνοβουδικής τέχνης του Γανδάρα καθώς και κινεζικά, ιαπωνικά και περσικά. Αξιοσημείωτη επίσης για το πολύτιμο υλικό της είναι η συλλογή αντικειμένων μεσαιωνικής τέχνης από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Αρχικά το μουσείο είχε και τμήμα φυσικής ιστορίας, αλλά αυτό μεταφέρθηκε σε άλλο κτίριο το 1883, όταν η αύξηση των αποκτημάτων έδωσε στο Β.Μ. κυρίως αρχαιολογικό χαρακτήρα.
Βιβλιοθήκη Β.Μ. Σύγχρονη με το μουσείο, η βιβλιοθήκη περιλάμβανε αρχικά τη συλλογή βιβλίων του Χανς Σλόουν, τη συλλογή χειρογράφων του Χάρλεϊ και τη συλλογή της Βασιλικής Βιβλιοθήκης, που είχε ιδρυθεί από τον Ερρίκο Ζ’ (οι Άγγλοι ηγεμόνες από τα παλιά χρόνια συγκέντρωναν βιβλία) και εμπλουτιστεί από τον Ερρίκο Η’ και τον Κάρολο Α’, και την οποία ο Γεώργιος Β’ δώρισε στο έθνος. Σε αυτές προστέθηκε η σπουδαία συλλογή του Ρόμπερτ Κότον, η απόκτηση της οποίας είχε προβλεφθεί από το 1700, χάρη σε νόμο του κοινοβουλίου. Όταν, τον Ιανουάριο του 1759, εγκαινιάστηκε στο Λονδίνο και στο μέγαρο Μόνταγκιου το Β.Μ., οι συλλογές αυτές αποτέλεσαν τον πυρήνα από τον οποίο δημιουργήθηκε μία από τις μεγαλύτερες και σπουδαιότερες βιβλιοθήκες του κόσμου. Κατά τα μετέπειτα χρόνια ο αριθμός των βιβλίων μεγάλωνε αργά αλλά σταθερά, ιδιαίτερα από δωρεές διαφόρων ευεργετών. Η βιβλιοθήκη του Β.Μ., ο τεράστιος κατάλογος εντύπων της οποίας άρχισε να δημοσιεύεται το 1881, έχει σήμερα 6.000.000 τόμους και πάνω από 100.000 χειρόγραφα· παράλληλα δέχεται εκατοντάδες μελετητές στην περίφημη κυκλική της αίθουσα που αποτέλεσε υπόδειγμα για πολλές άλλες βιβλιοθήκες σε διάφορες χώρες.
Το 1973, με νόμο της βρετανικής βουλής, η βιβλιοθήκη του Β.Μ. απέκτησε ξεχωριστή οντότητα, ενώ το 1997 μεταφέρθηκε σε νέο κτίριο επί της οδού Κινγκς Κρος του Λονδίνου, το οποίο σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Κόλιν Σεντ Τζον Γουίλσον σε πολλαπλά επίπεδα. Αν και δεν λειτουργούσε ποτέ ως δανειστική βιβλιοθήκη, σήμερα πλέον διατηρεί δανειστικό τμήμα, ενώ συλλέγει όλες τις εκδόσεις που κυκλοφορούν στη Μεγάλη Βρετανία.
Σπουδαία είναι η συλλογή του Βρετανικού Μουσείου από το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού. Οι εθνολογικές του συλλογές περιλαμβάνουν δείγματα από όλες τις ηπείρους και οι μεσαιωνικές δείγματα από όλες τις χώρες της Ευρώπης (φωτ. Ostuni).
Το Βρετανικό Μουσείο, που ιδρύθηκε το 1753 και άνοιξε για το κοινό το 1759, είναι ένα από τα μεγαλοπρεπέστερα μουσειακά συγκροτήματα του κόσμου. Οι συλλογές του, μεγάλες, ποικίλες και πολύτιμες, προέρχονται σχεδόν από όλες τις περιοχές του κόσμου. Από τις περιφημότερες είναι τα γλυπτά της ζωφόρου του Παρθενώνα που αφαίρεσε και μετέφερε στην Αγγλία το 1801-3 ο λόρδος Έλγιν (φωτ. Mairani).
Dictionary of Greek. 2013.